Το ότι η γλουτένη δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στον άνθρωπο – πέρα από τα προφανή στους ασθενείς με κοιλιοκάκη – το γνωρίζουμε καλά εδώ και χρόνια. Σταδιακά όμως αποκαλύπτεται ο μηχανισμός με τον οποίο προκαλούνται τα προβλήματα, κι αυτός ο μηχανισμός μπορεί να οδηγεί και στην πρόκληση μιας σειράς από αυτοάνοσες ασθένειες που δεν συνδεόταν μέχρι τώρα με την επικίνδυνη αυτή πρωτεΐνη των δημητριακών.
Αποδεικνύεται ότι ένα ένζυμο του εντέρου που ονομάζεται τρανσγλουταμινάση ιστού (TG2 ή tTG) αποτελεί τον πρωταρχικό παράγοντα για την υπόθεση της γλουτένης. Το ένζυμο αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στο έντερο αλλά και σε όλο τον οργανισμό μια και είναι γνωστό ότι παίζει ρόλο στην απόπτωση, την κυτταρική ανάπτυξη και διαφοροποίηση και τη σταθεροποίηση των ιστών. Για παράδειγμα, συσσωρευμένα ερευνητικά δεδομένα καταδεικνύουν σύνδεση μεταξύ αυξημένης δραστηριότητας της TG2 και καταστροφής των νευρικών κυττάρων, σε ασθενείς με Alzheimer ή με νόσο του Huntington. Δυστυχώς για εμάς, όταν η TG2 βρεθεί σε επαφή με την γλουτένη αντιδρά με τα κάποια πεπτίδιά της που ονομάζονται γλιαδίνες. Η ένωση αυτή όμως αναγνωρίζεται από τον οργανισμό σαν τοξίνη. Έτσι λειτουργεί σαν αντιγόνο, ενεργοποιώντας το ανοσοποιητικό μας σύστημα, το οποίο παράγει αντισώματα (ΑΤΑ) που επιτίθενται στα κύτταρα που το υποδέχονται το συσσωμάτωμα TG2-γλιαδίνης, καταστρέφοντας έτσι τα τοιχώματα του λεπτού εντέρου. Το αποτέλεσμα είναι η κοιλιοκάκη. Το περίεργο είναι πως η κοιλιοκάκη είναι η μόνη αυτοάνοση ασθένεια για την οποία γνωρίζουμε την πρωτεΐνη που την πυροδοτεί!
Υπάρχει όμως και ένας άλλος τρόπος με τον οποίο η γλουτένη δρα καταστροφικά στον οργανισμό: προκαλώντας υπερπαραγωγή ζονουλίνης. Η ζονουλίνη είναι μια πρωτεΐνη του οργανισμού που βρίσκεται μεταξύ των κυττάρων του λεπτού εντέρου και ρυθμίζει το αν τα κύτταρα θα απομακρυνθούν επιτρέποντας έτσι τη διέλευση των θρεπτικών ουσιών προς τα αιμοφόρα αγγεία ή θα κλείσουν αποκλείοντας την είσοδο σε μικροοργανισμούς ή τοξίνες. Όσο περισσότερη ζονουλίνη εκκρίνει ο οργανισμός τόσο μεγαλύτερη γίνεται η διαπερατότητα του εντέρου. Δυστυχώς, η παρουσία γλουτένης στο έντερο ενισχύει σημαντικά την παραγωγή ζονουλίνης, με αποτέλεσμα τα τοιχώματα του εντέρου να χαλαρώνουν επιτρέποντας σε κάθε είδους τοξίνες και μικροοργανισμούς να περάσουν στο αίμα, πυροδοτώντας έτσι ασθένειες, φλεγμονή και αλλεργίες. Η κατάσταση αυτή – που κατά ένα μέρος προκαλείται από την υπερέκκριση ζονουλίνης – ονομάζεται «σύνδρομο του διαρρέοντος εντέρου».
Η ζονουλίνη όμως είναι και η πρωτεΐνη που ρυθμίζει την διαπερατότητα του αιματο-εγκεφαλικού φραγμού, της μεμβράνης δηλαδή που προστατεύει τον ευαίσθητο εγκέφαλό μας από τις επικίνδυνες τοξίνες που μεταφέρει το αίμα. Η γλουτένη προκαλεί και εδώ υπερέκκριση ζονουλίνης επιτρέποντας στις τοξίνες να περνούν ευκολότερα στον εγκέφαλο. Το αποτέλεσμα είναι το ανοσοποιητικό να επιτίθεται και να καταστρέφει τα νευρικά κύτταρα που προσλαμβάνουν πρωτεΐνες που είτε μοιάζουν με αυτές του οργανισμού, είτε είναι συσσωματώματα όπως τα αντίστοιχα TG2-γλιαδίνης. Επιπλέον τα συγκεκριμένα αντισώματα ενάντια στην TG2 (ΑΤΑ) καταστρέφουν και κύτταρα που έχουν προσλάβει άλλα ένζυμα της οικογένειας των τρανσγλουταμινασών, παρόμοια με την TG2. Πράγματι, μια σειρά από πρόσφατες έρευνες δείχνουν σημαντικά ανεβασμένα τέτοια αντισώματα σε πολλές σοβαρές ασθένειες όπως ο παιδικός διαβήτης (τύπου Ι), αυτοάνοσα του θυρεοειδούς, η σχιζοφρένεια και η διπολική διαταραχή. Η ύπαρξη των αντισωμάτων αυτών δείχνει ακριβώς ανοσολογική αντίδραση στην γλουτένη που προσλαμβάνεται από τη διατροφή.